Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2008

Το πρόβλημα των "Τσάμηδων"

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ «ΤΣΑΜΗΔΩΝ».

Σήμερα έχουμε υποχρέωση να παρουσιάσουμε το εν θέματι άρθρο, μέσα από τις πληροφορίες του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, διότι είναι μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της περιόδου του μεσοπολέμου, η περίπτωση των Τσάμηδων και της Τσαμουριάς, ένα από τα λιγότερο γνωστά θέματα του σχετικά πρόσφατου ελληνικού παρελθόντος, που για αρκετές δεκαετίες καλύφθηκε από σιωπή και αγνοήθηκε, ηθελημένα ή αθέλητα από την ελληνική ιστοριογραφία, έρχεται στην επιφάνεια με το ενδιαφέρον βιβλίο της Ελευθερίας Μαντά «Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου» που κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου.
Η μελέτη της Ε. Μαντά, φιλοδοξεί να απαντήσει, όπως σημειώνει η ίδια, στο υπάρχον ιστοριογραφικό κενό και στην ανάγκη για μία κατά το δυνατόν αντικειμενική και νηφάλια προσέγγιση του θέματος. Επισημαίνοντας ότι «ο χρόνος και οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες ώστε να ανασυρθεί από τη λήθη το κομμάτι αυτό του χαμένου ιστορικού παρελθόντος και να τύχει της προσοχής που του αρμόζει εκ μέρους της σύγχρονης ελληνικής επιστήμης».


Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου, βρισκόταν στην περιοχή ακόμη από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την εποχή του Αλή Πασά και υπολογίζονταν ότι αριθμούσαν περίπου από 17.000 μέχρι 23.000 άτομα. Το 1932 η γενική Διοίκηση Ηπείρου τους υπολόγιζε σε 19.135 άτομα, ενώ σύμφωνα με ένα πίνακα του Αλβανού προξένου στα Ιωάννινα οι Αλβανοί μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ανέρχονταν σε 23.048 άτομα.
Τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου από τον τουρκικό ζυγό, οι Τσάμηδες της Ηπείρου δεν φαίνεται να είχαν ακόμη σαφώς διαμορφωμένη εθνική συνείδηση. Περισσότερο από Αλβανοί ή Τούρκοι, ήταν και αισθάνονταν μουσουλμάνοι. Η θρησκεία ήταν που έπαιζε τον πρώτο ρόλο για τον αυτοπροσδιορισμό τους. Αργότερα και πάνω στη σύγχυση με την ανταλλαγή των πληθυσμών στα Βαλκάνια, προπαγανδιστές από τα Τίρανα τους έπεισαν να δηλώσουν Αλβανοί για να αποφύγουν τη μεταφορά τους στην Τουρκία, μαζί με τους άλλους μουσουλμάνους που μέχρι τότε κατοικούσαν στη Βόρεια Ελλάδα. Έκτοτε, συχνά – πυκνά οι αλβανικές κυβερνήσεις, όποτε βρισκόταν σε κρίση οι Ελληνοαλβανικές σχέσεις, έθεταν θέμα καταπάτησης των δικαιωμάτων των Τσάμηδων και διακρίσεων σε βάρος τους από τις ελληνικές αρχές. Σιγά-σιγά δημιουργήθηκε ένα κλίμα καχυποψίας και αναπτύχθηκε μία έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα όχι μόνο στην Αλβανία, αλλά και μέσα στην Ήπειρο με πρωτεργάτες τους Μαζάρ Ντίνο, που είχε διατελέσει επί ιταλικής κατοχής της Ηπείρου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υποδιοικητής Παραμυθιάς, Ασίζ Αγά, Χουσείν Λουκαβιτσιότι, Μουσά Ντέμι κ.α.Ο Μαζάρ Ντίνο (δεξιά) στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας
Έτσι υποκινήθηκε ένα κίνημα αλυτρωτισμού με την επίδραση της αλβανικής αλλά και της ιταλικής φασιστικής προπαγάνδας που πρόβαλαν την ιδέα δημιουργίας της «Μεγάλης Αλβανίας». Στις 12 Αυγούστου 1940, σε συνάντηση που είχε ο Μουσολίνι με τους Τσιάνο, Βισκόντι Πράσκα και Γιακομόνι, ανακοίνωσε την επιθυμία του για κατάληψη της Τσαμουριάς και της Κέρκυρας.
Από την πρώτη στιγμή της Ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδος, ομάδες Τσάμηδων πήραν μέρος στις επιθέσεις κατά των ελληνικών δυνάμεων, ενώ το ιταλικό ΧΧV Σώμα Στρατού που είχε αναλάβει τον τομέα επιχειρήσεων της Ηπείρου, έφερε το όνομα «Σώμα Στρατού Τσαμουριάς».
Ο στρατηγός Κάρλο Ρόσι, διοικητής του ΧΧV Σώματος Στρατού του Μουσολίνι, που έφερε το όνομα "Σώμα Στρατού Τσαμουριάς
Σε όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής της Ηπείρου, ομάδες ένοπλων Τσάμηδων, είχαν δημιουργήσει κλίμα τρομοκρατίας και είχαν επιδοθεί στο πλευρό των ιταλικών δυνάμεων σε αμέτρητες πράξεις αυθαιρεσίας, βιαιοπραγιών, δολοφονίες, βιασμούς, καταστροφές κλπ.
Μέλη του τάγματος «Τσαμουριά»
Ο αλβανικός πληθυσμός στη Θεσπρωτία στο σύνολό του, έστω κι αν δεν συνεργάστηκε ενεργά στο πλευρό των δυνάμεων κατοχής, τις υποδέχθηκε με ελπίδα και προσδοκίες για την πραγματοποίηση των υποσχέσεων που επί δεκαετίες καλλιεργούνταν, επωφελήθηκε από την παρουσία τους στην περιοχή και παρείχε έμμεση υποστήριξη, με οδηγούς, συνδέσμους, πληροφοριοδότες κλπ.
Μονάδα αλβανικής φασιστικής εθνοφυλακής παρελαύνει στη Ρώμη
Οι συνεργαζόμενοι με τους Ιταλούς και γερμανούς Αλβανοί Τσάμηδες από τη μία πλευρά των συνόρων και η αλβανική οργάνωση «Μπάλι Κομπετάρ» (Balli Kombetar) από την άλλη, είχαν δημιουργήσει συνθήκες δραματικές τόσο για τον ελληνικό πληθυσμό της Ηπείρου, όσο και για τα μέλη της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας, που είχαν αρχίσει πλέον να υφίστανται συνεχείς διωγμούς.
Το καλοκαίρι του 1943 οι γερμανικές αρχές κατοχής, αποφάσισαν να αναλάβουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, προκειμένου να περιορίσουν την επέκταση της δράσης των ανταρτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ.
Αλβανικό φυλάκιο στα σύνορα με την Ελλάδα
Έτσι, η γερμανική μεραρχία Εντελβάϊς εγκαταστάθηκε στην Παραμυθιά στις αρχές Ιουλίου και το 22ο Ορεινό Σώμα υπό τον στρατηγό Λαντζ, μετέπειτα Γενικό Διοικητή Δυτικής Ελλάδας, εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα. Στις μάχες που διεξήχθησαν, κυρίως για τον έλεγχο των οδών της Ηπείρου (Άρτας-Ιωαννίνων, Ιωαννίνων-Μετσόβου, Ιωαννίνων-Ηγουμενίτσας), στο πλευρό των γερμανικών δυνάμεων έδρασαν και ομάδες Τσάμηδων, τους οποίους οι γερμανοί χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά εναντίον των ανταρτών. Όπως άλλωστε η διοίκηση της γερμανικής μεραρχίας παρατηρεί σε έκθεσή της, «τα τμήματα του αλβανικού πληθυσμού συμπαρίστανται στα γερμανικά στρατεύματα και έχουν προσφέρει πολύτιμη βοήθεια στον αγώνα κατά των ανταρτών», για να προσθέσει λίγο αργότερα ότι «στις μέχρι τώρα επιχειρήσεις κατά των ανταρτών οι μουσουλμάνοι αποδείχτηκαν ικανοί λόγω της γνώσης της περιοχής, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις ανίχνευσης. Οι Αλβανοί προσδοκούν την ένταξη της Τσαμουριάς σε μία ελεύθερη και αυτοδύναμη Αλβανία».
Από τις πρώτες ενέργειες των γερμανών, μετά την άφιξή τους στην περιοχή, υπήρξε η προσπάθεια για μία πιο οργανωμένη συγκρότηση των ενόπλων ομάδων των Τσάμηδων που ενεργούσαν στην Ήπειρο. Όλος σχεδόν ο αλβανικός πληθυσμός από 14 ετών και πάνω, εξοπλίστηκε, σχηματίστηκαν νέα ένοπλα τμήματα που τέθηκαν υπό τις οδηγίες των Μαζάρ και Νουρί Ντίνο. Όλοι οι Αλβανοί των ομάδων αυτών φορούσαν στρατιωτικές στολές, ιταλικές ή γερμανικές, καθώς και περιβραχιόνιο με τη λέξη «Τσάμης» που τους έδινε τη δυνατότητα να κυκλοφορούν ελεύθερα στις πόλεις και την ύπαιθρο, φέροντας οπλισμό. Οι δικαιοδοσίες της αλβανικής Τζανταρμερίας (χωροφυλακής), επεκτάθηκαν και της ανατέθηκε το καθήκον της τήρησης της τάξης, εξέλιξη που οι ίδιοι οι Τσάμηδες σε πολλές περιπτώσεις εκμεταλλεύτηκαν προκειμένου να κλείσουν λογαριασμούς του παρελθόντος.
Μέλη του τάγματος «Τσαμουριά»
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1943, από αφορμή το θάνατο έξι Γερμανών στρατιωτών κοντά στο Ελευθεροχώρι, οι κατακτητές συνέλαβαν και εκτέλεσαν 60 επιφανείς κατοίκους της Παραμυθιάς. Λίγες μέρες αργότερα, στις 29 του μήνα, εκτελέστηκαν 49 πρόκριτοι και δημόσιοι υπάλληλοι. Τον κατάλογο των ονομάτων των Παραμυθιωτών που συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν από το γερμανικό απόσπασμα, συνέταξε ο ίδιος ο Μοζάρ Ντίνο, ενώ ομάδες ένοπλων Τσάμηδων ήταν αυτές που πραγματοποίησαν τις συλλήψεις με τη συνοδεία Γερμανού αξιωματικού. Αρκετοί από αυτούς παραβρέθηκαν στο πλευρό του γερμανικού αποσπάσματος και την ημέρα της εκτέλεσης.
Ο Μαζάρ Ντίνο (δεξιά) στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας
Με την παροχή των κατάλληλων υποσχέσεων περί ενός ελεύθερου αλβανικού κράτους μελλοντικά, ήταν εύκολο στους Γερμανούς να προσεταιριστούν τους Αλβανούς και να καρπωθούν τις υπηρεσίες τους. Όσο η γερμανική προπαγάνδα διατηρούσε ζωντανή την προοπτική ένταξης της Τσαμουριάς στην Αλβανία, έπρεπε να θεωρείται εξασφαλισμένη η υποστήριξη που παρείχε ο αλβανικός πληθυσμός στο γερμανικό στρατό. Αυτός ήταν και ο λόγος που απέτυχε η πρώτη προσπάθεια προσέγγισής τους που πραγματοποίησε ο Βρετανός αξιωματικούς Άντερσον, ο οποίος είχε φτάσει ως σύνδεσμος της Συμμαχικής Αποστολής στην Ήπειρο αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο ο ίδιος συνομιλούσε με τον Ισμαήλ Χακί, αρχηγό ομάδας ένοπλων Αλβανών, κάποιος ενημέρωσε τους Γερμανούς για την άφιξη του Βρετανού αξιωματικού, οι οποίοι και έστειλαν μια ομάδα να τον συλλάβει, χωρίς όμως επιτυχία. Ο εκ των αρχηγών των Τσάμηδων, Μαζάρ Ντίνο, δολοφονήθηκε το 1945 στο Δέλβινο υπό άγνωστες συνθήκες, φέροντας το στίγμα του προδότη, όπως τον χαρακτήριζε το κομμουνιστικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, επειδή είχε συνεργαστεί με τους κατακτητές. Σύμφωνα όμως με τους οπαδούς του «ο Μαζάρ σκότωσε με τα χέρια του μόνο εκείνους που υποστήριζαν τον Ζέρβα ή που εναντιόνταν στην ένωση της Τσαμουριάς με την Αλβανία».
Τέλη Αυγούστου 1944, η μάζα αυτή των Αλβανών, πέρασε τα σύνορα και εγκαταστάθηκε στο αλβανικό έδαφος από την Κανίσπολη και πέρα.
Στις 21 Σεπτεμβρίου 1944, οι γερμανικές δυνάμεις εκκένωσαν τη Μενίνα και ακολουθούμενες από τους Τσάμηδες ενόπλους, πέρασαν τον ποταμό Καλαμά και άρχισαν να συμπτύσσονται προς τους Φιλιάτες, οπότε ελευθερώθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες Οι Φιλιάτες, η Σαγιάδα και η Ηγουμενίτσα.
Με την απελευθέρωση της περιοχής, το συσσωρευμένο μίσος που είχαν καλλιεργήσει οι κάθε είδους βιαιοπραγίες των ένοπλων Τσάμηδων, στο πλευρό των Ιταλών και των Γερμανών, ξέσπασε πάνω στα κεφάλια των Αλβανών μουσουλμάνων, ανδρών και γυναικών αδιάκριτα. Τα θύματα υπήρξαν δεκάδες, ενώ ο διοικητής του 16ου Συντάγματος του ΕΔΕΣ, αντισυνταγματάρχης Αριστείδης Κρανιάς, που έφτασε στην Παραμυθιά, έγραψε ότι «αυτό που επακολούθησε δεν περιγράφεται».
Τσάμηδες πρόσφυγες διασχίζουν τα ελληνοαλβανικά σύνορα
Αργότερα, ο Κρις Γουντχάουζ παραδέχθηκε ότι η Συμμαχική Αποστολή υπό τις οδηγίες του ίδιου, έδωσε εντολή για την εκκαθάριση της Ηπείρου από τους Αλβανούς προκειμένου να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις κατά των Γερμανών, ωστόσο η εφαρμογή τους υπήρξε αιματηρή, αν και για τον ίδιο «οι Τσάμηδες πήραν αυτό που τους άξιζε».
Γυναίκες σε στρατόπεδο υποδοχής προσφύγων στη νότια Αλβανία (χειμώνας 1944)
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1944, πέρασαν στο αλβανικό έδαφος και οι τελευταίες ομάδες των Τσάμηδων, που μέχρι τότε παρέμειναν στην Ήπειρο και συγκεντρώθηκαν στην περιφέρεια της Κανίσπολης, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι και οι υπόλοιποι Τσάμηδες.
Αυτά για μην ξεχνούμε την Ιστορία.